Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2009

Για την Έλλη


Έλλη Παππά και Νίκος Μπελογιάννης στη δίκη τους.


Το καλοκαίρι του 2002, τα πρώτα μου δημοσιογραφικά βήματα με οδήγησαν στην είσοδο μιας συνηθισμένης πολυκατοικίας στου Ζωγράφου, με σκοπό να συναντηθώ με την Έλλη Παππά. Είχα αρκετό τρακ για τη συνάντηση με τη γυναίκα-θρύλο, αλλά όταν είδα στο κουδούνι κάτω από το δικό της όνομα το όνομα Νίκος Μπελογιάννης, μου κόπηκαν τα ήπατα. Αργότερα, αισθάνθηκα πολύ ανόητη όταν συνειδητοποίησα ότι Νίκος Μπελογιάννης λέγεται και ο γιος της.

Στην πόρτα του διαμερίσματος με υποδέχτηκε η ίδια, προσπαθώντας να συγκρατήσει ένα υπέροχο, δαιμονισμένο σκυλί Δαλματίας που χαλούσε τον κόσμο και που μου ρίχτηκε κανονικά. Η Έλλη Παππά ανησυχούσε υπερβολικά μήπως με ενοχλούσε το σκυλί κι εγώ ήμουν τόσο αποσβολωμένη που δεν κατάφερα να την καθησυχάσω. Μαζί της στο διαμέρισμα ήταν ο γιος της, που αποσύρθηκε για να μας αφήσει να μιλήσουμε. Θυμάμαι καθαρά τα ωραία ανατολίτικα χαλιά και τα πολλά βιβλία στο φωτεινό καθιστικό.

Η Έλλη Παππά είχε ήδη από το τηλέφωνο ανταποκριθεί καλόβολα στο αίτημά μου να συμμετάσχει στο αφιέρωμα που ετοίμαζα για κάποιο περιοδικό με το οποίο θα συνεργαζόμουν για πρώτη φορά. Κατά τη διάρκεια της συνάντησής μας μου μιλούσε με μεγάλη ευγένεια και πολύ σεβασμό, όπως συχνά δεν κάνουν με τους νεότερους οι σπουδαίοι άνθρωποι - ακόμη και οι αριστεροί.

Η συνάντησή μας, παρότι σύντομη, με συγκλόνισε. Είδα μπροστά μου ζωντανό ένα κομμάτι της ιστορίας αυτού του τόπου, έναν σπάνιο άνθρωπο για τον οποίο ήδη γνώριζα από διαβάσματα και από αφηγήσεις ότι συνδύαζε τη συγκρότηση, τη βαθύτατη ευγένεια, την αγωνιστικότητα και τη δύναμη. Χθες, στην πολιτική κηδεία της, ο κόσμος έφερνε κόκκινα γαρίφαλα και κάποιος είπε ότι άνθρωποι σαν την Έλλη Παππά και τον Νίκο Μπελογιάννη είναι η μοναδική μας κληρονομιά.

Ο Πάμπλο Πικάσο είχε παραλληλίσει τον Μπελογιάννη και τους συντρόφους του Δημήτρη Μπάτση, Ηλία Αργυριάδη και Νίκο Καλούμενο, που εκτελέστηκαν Κυριακή αξημέρωτα, με τους πολίτες της Μαδρίτης που εκτελούνται από μια απάνθρωπη εξουσία υπό το φως του φαναριού στον περίφημο πίνακα του 1814 του Γκόγια με τίτλο Η 3η Μαΐου 1808. Ο παραλληλισμός προέκυψε ανατριχιαστικά εύστοχος. Η Έλλη Παππά δεν εκτελέστηκε, όπως οι άλλοι τέσσερις, μόνο και μόνο επειδή είχε ένα παιδί, που μεγάλωνε δίπλα της μέσα στη φυλακή. Η ίδια είχε πει πολλές φορές ότι ήθελε να είχε πεθάνει κι εκείνη.

Σε μια αληθινή τραγωδία Υπόθεση Μπελογιάννη, το πρωταγωνιστικό ζεύγος δεν θα έμοιαζε με υπερβατικές πρωταγωνιστικές μορφές του Αισχύλου, ούτε με αδύναμες και διάτρητες του Ευριπίδη. Νομίζω ότι θα ήταν περισσότερο σαν τους ήρωες του Σοφοκλή: ακατάβλητοι, με το μέτωπο ψηλά και αναλλοίωτη την αίσθηση του χρέους, και παράλληλα ανθρώπινοι, πολύ ανθρώπινοι. Και επιπλέον χαμογελαστοί. Αλλά γίνεται τραγωδία χωρίς κάθαρση;



Στις Μεταμορφώσεις του Οβιδίου τα γαρίφαλα γεννιούνται από τα μάτια ενός βοσκού που του τα βγάζει η θεά Άρτεμη και στη χριστιανική παράδοση από τα δάκρυα της Παναγίας που ακολουθεί τον Χριστό στο μαρτυρικό δρόμο προς τον Γολγοθά. Δεν είναι περίεργο λοιπόν που το γαρίφαλο έγινε σύμβολο του μαρτυρίου, της ανάστασης, της πίστης, της αρετής και της μητρότητας. Ως τέτοιο εμφανίζεται σε πορτρέτα και θρησκευτικά έργα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής. Στα τέλη του 19ου αιώνα, στο Παρίσι, γίνεται σύμβολο της εργατικής τάξης και των αγώνων της και έκτοτε χρησιμοποιείται από τους κομμουνιστές. Εμπνευσμένος από τη φωτογραφία που τραβήχτηκε στο δικαστήριο και δείχνει τον Μπελογιάννη με ένα φρέσκο γαρίφαλο στο χέρι και από παραδοσιακά πορτρέτα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής, ο Πάμπλο Πικάσο δημιούργησε, σε ένδειξη συμπαράστασης, το περίφημο σκίτσο Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο. Το εμβληματικό έργο βρισκόταν στην κατοχή της Έλλης Παππά.

Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

Μπιενάλε Βενετίας: παπούτσια & τσάντες


Περίπτερα Δανίας και Σκανδιναβίας, 53η Μπιενάλε Βενετίας (2009)

Τσάντα 'Love' and 'Fuck' quotes από την καλή...



Κάθε δύο χρόνια, εν όψει εγκαινίων της Μπιενάλε Βενετίας ένας μόνιμος εφιάλτης με κατατρέχει: τι παπούτσια θα πάρω μαζί μου; Η Μπιενάλε είναι τεράστια, το πρόγραμμα βαρύ, κι αν θέλεις να είσαι παντού, το πρώτο που πρέπει να προσέξεις είναι το υπόδημα.


Στα εγκαίνια της Μπιενάλε Βενετίας 2007, τα παπούτσια μου με χτύπησαν μέσα στις πρώτες ώρες της πρώτης ημέρας του τριήμερου βερνισάζ. Το μαρτύριο κράτησε μέχρι αργά το βράδυ που επέστρεψα στο ξενοδοχείο, ύστερα από τα διάφορα ιβέντς που έπρεπε να παρακολουθήσω. (Μεταξύ αυτών και τα εγκαίνια του Γιαν Φαμπρ, όπου περίμενα στην ουρά μπροστά από μια αναιδέστατη Ιταλίδα πριγκίπισσα, η οποία αφού προσπάθησε ανεπιτυχώς να με προσπεράσει μερικές φορές, στη συνέχεια άρχισε να με πατάει επιδεικτικά, επιτείνοντας το πρόβλημα.) Τις ημέρες που ακολούθησαν τις έβγαλα φορώντας κυρίως τα παπούτσια της ιστιοπλοΐας.


Μία από εκείνες τις ημέρες, καθώς βόλταρα το σούρουπο στην προέκταση της Ρίβα ντέλι Σκιαβόνι προς το Αρσενάλε, χαζεύοντας τα σκάφη των νεόπλουτων που συνήθως δένουν εκεί, ένα παράξενο θέαμα τράβηξε την προσοχή μου. Μπροστά σε ολόφωτο σούπερ γιοτ στο οποίο εξελισσόταν κάποια δεξίωση (πάντως δεν ήταν το γιοτ του Αμπράμοβιτς – αυτό το αναγνώρισα πιο πέρα) υπήρχε μια συλλογή από πανάκριβα παπούτσια τακτοποιημένα στον μόλο! Πλησίασα και ρώτησα το επί της υποδοχής μέλος του πληρώματος τι γυρεύουν εκεί τα Φεραγκάμο και τα Μανόλος. «Ζητήσαμε από τους καλεσμένους να τα βγάλουν, γιατί δεν είναι κατάλληλα για σκάφος» μου απάντησε ευγενικά. «Θα έπρεπε να φορούν κάτι ανάλογο με τα δικά σας, που έχουν λευκές λαστιχένιες σόλες». Τι σας έλεγα; Στη Βενετία, τις ημέρες των εγκαινίων της Μπιενάλε, το παπούτσι που σου φαίνεται το πιο κατάλληλο, σπάνια αποδεικνύεται τέτοιο. Κατόπιν τούτου προσήλθα κι εγώ στο σκαφάτο πάρτι των tres bien (των τριών μπιενάλε Αθήνας, Κωνσταντινούπολης και Λυών) με τα παπούτσια της ιστιοπλοΐας, πλην όμως εκεί κανείς δεν ασχολούνταν, τουλάχιστον επισήμως, με τα παπούτσια μας.


Ένα άλλο πολύ σοβαρό ζήτημα που σχετίζεται με τα εγκαίνια είναι οι τσάντες. Και δεν εννοώ τις Γκούτσι και τις Λουί Βιτόν που κουβαλάμε στις αποσκευές μας, αλλά τις υφασμάτινες ή πλαστικές τσάντες που μοιράζονται ή πωλούνται σε δημοσιογράφους και οι λοιπούς παρευρισκομένους ώστε αυτοί να μεταφέρουν δελτία Τύπου, καταλόγους και τα σχετικά. Η τσάντα που δίνεται σε λίγους στη φουάρ της Βασιλείας, για παράδειγμα, λειτουργεί ως σημάδι αναγνώρισης, αφού στη συνέχεια όποιος την κρατάει σημαίνει ότι ήταν εκεί ως VIP. Την τελευταία φορά η τσάντα της Βασιλείας ήταν πλαστική, σαν τσάντα παραλίας, αλλά οι κάτοχοί της την έφεραν υπερήφανα όλο τον χρόνο.


Στην Μπιενάλε της Βενετίας, κάθε χώρα ή έκθεση συνήθως έχει τη δική της τσάντα. Το 2007, η πιο αναγνωρίσιμη τσάντα ήταν μια φλούο κίτρινη με μαύρα γράμματα που μοίραζαν αφειδώς στο αυστραλιανό περίπτερο. Μπορεί η εκπροσώπηση των Αυστραλών να ήταν για κλάματα, αλλά η τσάντα τους ήταν μεγάλο χιτ. Την έβλεπες να κυκλοφορεί παντού μέσα στην πόλη, βγάζοντας μάτι και διαφημίζοντας για τα καλά την εθνική συμμετοχή της Αυστραλίας. Η Ελλάδα δεν είχε τσάντα. Μια γνωστή μου επισήμανε στον Νίκο Αλεξίου πόσο λάθος ήταν που δεν είχε τσάντα στη Βενετία γιατί τα διακοσμητικά σχεδιάκια του θα έδειχναν υπέροχα επάνω στο ύφασμα, και του δήλωσε ότι αν ήταν η ίδια επίτροπος θα τον είχε οπωσδήποτε κάνει τσάντα. Ύστερα από αυτό, ο Νίκος Αλεξίου εμπνεύστηκε μια σειρά με παρεό και φουλάρια, και πιο μετά χάρτινα φορέματα.


Εν αναμονή των φετινών εγκαινίων της Μπιενάλε Βενετίας, λοιπόν, ετοιμάζω τις βαλίτσες μου, διαλέγω προσεκτικά τα παπούτσια που θα πάρω μαζί μου και υπόσχομαι (να προσπαθήσω) να ανεβάσω ποστ από εκεί. Και εύχομαι εφέτος η Βίβιαν Ευθυμιοπούλου, που έχει αναλάβει τον συντονισμό της ελληνικής συμμετοχής, να έχει φροντίσει να κάνει τσάντα τον Λουκά Σαμαρά. Γιατί είναι κρίμα να μην εκμεταλλευόμαστε όλες τις δυνατότητες του μάρκετινγκ και να χάνουμε την ευκαιρία να προωθήσουμε τους νέους καλλιτέχνες του τόπου μας σε μια τόσο σημαντική περίσταση.


...και από την ανάποδη.



La Biennale di Venezia

7 Ιουνίου – 22 Νοεμβρίου 2009

Preview: 4-5-6 Ιουνίου 2009